- αλληλοσπαραγμός
- ο1) раздор, ссора, распря; 2) гражданская война; 3) см. αλληλοσκοτωμός
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
αλληλοσπαραγμός — ο αμοιβαίος σπαραγμός: Άρχισε και στη χώρα αυτή ο αλληλοσπαραγμός … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
αλληλοσπαραγμός — ο [αλληλοσπαράζομαι] 1. σπαραγμός, σκοτωμός τού ενός από τον άλλο, αλληλοσκοτωμός 2. μεγάλος, οξύς ανταγωνισμός … Dictionary of Greek
αδελφοσκοτωμός — και αδερφοσκοτωμός, ο αλληλοσπαραγμός μεταξύ αδελφών, στενών συγγενών ή ανθρώπων που ανήκουν στην ίδια φυλή ή στο ίδιο έθνος … Dictionary of Greek
αλληλοκτονία — η (Α ἀλληλοκτονία) [ἀλληλοκτόνος] αμοιβαίος φόνος, αλληλοσκοτωμός, αλληλοσφαγή, αλληλοσπαραγμός … Dictionary of Greek
αλληλοσπαράζομαι — 1. πληγώνω κάποιον θανάσιμα και ταυτόχρονα πληγώνομαι από αυτόν, αλληλοσκοτώνομαι 2. μτφ. (για πολιτικούς ή άλλους αγώνες) βρίσκομαι σε άγρια διαμάχη, διεξάγω έντονο αγώνα, συγκρούομαι με οξύτητα. [ΕΤΥΜΟΛ. < αλληλο * + σπαράζω ( ομαι. ΠΑΡ.… … Dictionary of Greek
αλληλοφάγωμα — το [αλληλοφαγώνομαι] 1. αλληλοσπαραγμός, αλληλοσκοτωμός 2. σφοδρή διαμάχη, αμείλικτος ανταγωνισμός … Dictionary of Greek
σκυλοφάγωμα — ατος, το, Ν 1. συμπλοκή, αλληλοσπαραγμός σκύλων 2. μτφ. έντονη φιλονικία μεταξύ ανθρώπων, σκυλοκαβγάς … Dictionary of Greek
Αλγερία — I (Αστρον.).Αστεροειδής που το φαινόμενο μέγεθός του στη μέση αντίθεσή του είναι ίσο προς 14,6, ενώ αν βρισκόταν σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τον Ήλιο και από τη Γη θα είχε φαινόμενο μέγεθος 10,5. II Κράτος της βορειοδυτικής… … Dictionary of Greek
σκυλοφάγωμα — το 1. αλληλοσπαραγμός σκύλων. 2. έριδα, καβγάς … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)